Όλα τα ταξί είναι κίτρινα – ή μήπως όχι;

Δείτε και άλλα θέματα στην ενότητα:
Όλα τα ταξί είναι κίτρινα –ή μήπως όχι;

Η εφαρμογή Beat (πρώην taxibeat) δέχεται τις τελευταίες μέρες ένα τσουνάμι δημόσιας υποστήριξης, καθώς φαίνεται ότι κινδυνεύει από νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση. Τι ακριβώς διακυβεύεται και ποιος έχει τα περισσότερα να χάσει από την υπόθεση;



Κείμενο
Κατερίνα Λομβαρδέα
Φωτογραφίες
Δημήτρης Μιχαλάκης


«Κάθε Δευτέρα παίρνω ένα email από την Beat, που γράφει πόσα αστέρια μου έβαλαν οι πελάτες που εξυπηρέτησα την εβδομάδα που πέρασε. Όταν βλέπω ότι από τους περισσότερους πήρα πέντε αστέρια, χαίρομαι πάρα πολύ. Κι αυτό με κάνει να θέλω την επόμενη Δευτέρα να τα πάω ακόμα πιο καλά, και την επόμενη, και ούτω καθεξής. Αυτό το πράγμα δεν με αφήνει καθόλου να “πέσω”».

Ο Βίκτoρας Γκαρίπης
είναι 28 χρονών και οδηγεί ταξί τα τελευταία 4 χρόνια. Το αγόρασε ο πατέρας του, για να εξασφαλίσει στον γιο του ένα επαγγελματικό μέλλον. «Μας είχαν πει τα χειρότερα για τη δουλειά. Βρισκόμασταν και βαθιά μέσα στην κρίση, οπότε ξεκίνησα με πολύ λίγες ελπίδες. Στο τιμόνι όμως συνειδητοποίησα πως αν το κυνηγάς και δουλεύεις σωστά, θα σου αποδώσει».

Τα πρώτα χρόνια ο Βίκτορας δούλεψε «στον δρόμο», ανεξάρτητος. «Στην αρχή έλεγα αφού τα καταφέρνω και μόνος μου, γιατί να βάλω μία εταιρεία πάνω από το κεφάλι μου; Για ποιο λόγο να μου κρατάει ποσοστό από τα κέρδη; Ήταν μέχρι να μπω στο BeatΗ ιστοσελίδα. Μετά δεν ξανασκέφτηκα έτσι».


Τις τελευταίες ημέρες όλοι μιλούν για τα ταξί. Όλοι εκτός από τους ίδιους τους οδηγούς του Beat. Τον Βίκτορα τον επιλέξαμε εμείς, όχι η εταιρεία –με την οποία συνεργάζεται τα τελευταία δύο χρόνια– για να μας μιλήσει για την εμπειρία του. Μιλήσαμε ακόμα με τη Μαρία Τσάκου, δικηγόρο και συνιδρύτρια του ραδιοφωνικού σταθμού Amagi

Η ιστοσελίδα και πιστή πελάτισσα του Beat, και τον Νίκο Δρανδάκη, ιδρυτή της εφαρμογής, που αυτές τις μέρες μοιάζει να βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας.

Τι ακριβώς είναι το Beat

Σε αντίθεση με ένα εστιατόριο ή ένα ξενοδοχείο, που έχει όνομα και σταθερή διεύθυνση και μπορείς να το συστήσεις στους φίλους σου ή να γράψεις τη γνώμη σου γι’ αυτό στα social media και το tripadvisor, το ταξί ήταν μέχρι πρότινος ανώνυμο. «Αν πάρεις πελάτη από τον δρόμο, οι πιθανότητες να τον ξαναδείς δεύτερη φορά είναι μηδαμινές. Ό,τι και να του κάνεις για να τον ευχαριστήσεις, ακόμα κι αν βγαίνοντας σου πει τα καλύτερα λόγια, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα τον ξανασυναντήσεις ποτέ», μας λέει ο κ. Γκαρίπης.

Το taxibeat επιχείρησε να δώσει ταυτότητα στους επαγγελματίες οδηγούς. Και μαζί, έδωσε στον καθέναν από αυτούς την ευκαιρία να ξεχωρίσει. Και τα νούμερα δείχνουν ότι το πέτυχε, αφού από την ίδρυσή του το 2011 μέχρι σήμερα, έχει σταθερά ανοδική πορεία. Σήμερα το Beat (η ονομασία άλλαξεH Taxibeat μετά την εξαγορά και τα σχέδια του Νίκου Δρανδάκη | capital.gr μετά την εξαγορά από την Daimler) συνεργάζεται με 8.500 περίπου οδηγούς ταξί και εξυπηρετεί περισσότερους από 500.000 πελάτες.

Για όσους δεν το έχουν χρησιμοποιήσει, η λειτουργία του είναι η εξής: ο πελάτης ενεργοποιεί το GPS και τα δεδομένα στο κινητό του, μπαίνει στην εφαρμογή, που τον εντοπίζει στον χάρτη, και καλεί ταξί. Σε λίγα δευτερόλεπτα εμφανίζονται στην οθόνη του οι οδηγοί που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν τη διαδρομή (οι οποίοι δεν γνωρίζουν πού πάει ο πελάτης, οπότε δεν μπορούν να επιλέξουν τις «καλές» διαδρομές μόνο).


Τα στοιχεία που έχει ο πελάτης στη διάθεσή του για να διαλέξει οδηγό είναι: η φωτογραφία του, η μάρκα και το έτος παραγωγής του αυτοκινήτου, τα έξτρα που παρέχει (airconditioning, wi-fi, μεταφορά ζώων, ξένες γλώσσες κ.λπ.), ο χρόνος που θα χρειαστεί για να φτάσει στο σημείο παραλαβής και βέβαια η αξιολόγησή του, που μετριέται με αστέρια. Το πού θα επιλέξει ο πελάτης να δώσει βάρος, είναι επιλογή του.

«Νούμερο ένα, αν όντως βιάζομαι φοβερά, διαλέγω όποιο ταξί είναι πιο κοντά, αλλά έχοντας ρίξει και μία στοιχειώδη ματιά στη φωτογραφία», λέει η κ. Τσάκου. «Τι είδους αμάξι είναι, αναλόγως για τι το θέλω, αν η διαδρομή είναι μεγάλη να έχει wi-fi για να μπορέσω να δουλέψω, ξέρεις τι είναι να έχεις Wi-Fi σε μια κούρσα 1,5 ώρας; Τεράστια διαφορά. Επίσης κακά τα ψέματα με το Beat είχες την εγγύηση τώρα το καλοκαίρι ότι θα είσαι σε ένα αμάξι με κλειστά παράθυρα και ανοιχτό airconditioning. Στον δρόμο ποτέ δεν μου συνέβαινε», προσθέτει.

Όταν ο επιβάτης κατεβαίνει από το ταξί, καλείται να αξιολογήσει την εμπειρία του με ένα έως πέντε αστέρια. Ο οδηγός χτίζει έτσι σιγά σιγά μία βαθμολογία αντιπροσωπευτική του επιπέδου των υπηρεσιών που παρέχει. Εκεί ακριβώς πιστεύει ο κ. Δρανδάκης ότι οφείλεται η επιτυχία του Beat: «Έτσι καθιερωθήκαμε, οι πελάτες συστηματικά πατούσαν το κουμπί του οδηγού με τα πολλά αστέρια».

Και η ίδια η εταιρεία έχει βάλει τον πήχυ ψηλά: αν ένας οδηγός πέσει κάτω από τα 4,5 αστέρια, αυτομάτως αποβάλλεται από το Beat δια παντός.

«Οι περισσότεροι κάνουν ό,τι μπορούν να κρατήσουν τη βαθμολογία τους μακριά από το 4,5, για να μην διακινδυνεύσουν να χάσουν τις δουλειές που παίρνουν από μας. Κι αυτό έχει σαν αποτέλεσμα όλων ο μέσος όρος όλων να είναι πολύ ψηλά», λέει ο κ. Δρανδάκης.

«Αν είσαι καλός στη δουλειά σου, σε συμφέρει να σε βαθμολογούν», λέει ο κ. Γκαρίπης. «Αν δεν είσαι, δεν την θέλεις τη βαθμολογία. Εξάλλου πλέον όλοι στην εποχή μας βαθμολογούνται, τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, τα πάντα», συμπληρώνει.

Ο ίδιος δεν έχει πέσει ποτέ χαμηλά στη βαθμολογία, οπότε δεν φοβάται το όριο του 4,5. Θυμάται όμως ένα σχετικό περιστατικό: «Μια φορά στο φανάρι ένας συνάδελφος κατέβασε το παράθυρο και με ρώτησε πώς μου φαίνεται το Beat, αν λειτουργεί. Ο ίδιος είχε παράπονο: “γράφτηκα και μέσα σε μία εβδομάδα με διώξανε”, μου είπε. Είχα εντωμεταξύ άθελά μου δει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το αυτοκίνητό του μέσα κι έξω κι είπα στον εαυτό μου “πώς τον δέχτηκαν στο Beat;”. Πάλι καλά που κράτησε και μία εβδομάδα η συνεργασία τους, δηλαδή».

Κάθε μήνα, το Beat λύνει τη συνεργασία του με περίπου 200 οδηγούς λόγω χαμηλής αξιολόγησης. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του φαίνεται ότι απειλείται από το επικείμενο νομοσχέδιοΗ παντοδυναμία των ταξί επιστρέφει με νόμο | Η Καθημερινή που προωθεί το υπουργείο Υποδομών, το οποίο πρακτικά θα στερήσει από την Beat ένα μεγάλο μέρος της ευελιξίας της, υποχρεώνοντάς την να προσλαμβάνει με τριετείς συμβάσεις τους οδηγούς.

Η απειλή του νομοσχεδίου
Αυτή τη στιγμή η εταιρεία δεν έχει καμία σύμβαση με τους οδηγούς, παρά μόνο τη συμφωνία ότι θα εισπράττει το 12% από κάθε διαδρομή για τη διαμεσολάβηση που τους παρέχει. Σύμφωνα με χθεσινό ρεπορτάζΤαξί και Beat χωρίζουν διά νόμου | Η Καθημερινή της «Καθημερινής», για να μπορεί το Beat να καταγγείλει την τριετή σύμβαση που προτείνεται στο νομοσχέδιο, θα πρέπει να θέσει σε εφαρμογή μία χρονοβόρα και γραφειοκρατική διαδικασία που θα περιλαμβάνει την κατάθεση στο υπουργείο σχετικής αναφοράς και αναμονή για την απάντησή του.

Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Δρανδάκη, πάει ενάντια στην βασική φιλοσοφία της εφαρμογής. «Εδώ στην εταιρεία δεν έχουμε δημοσιοϋπαλληλία. Δεν προσλαμβάνουμε τους οδηγούς να τους εξασφαλίσουμε για τρία χρόνια το εισόδημα. Οι οδηγοί μας είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, δηλαδή κερδίζουν το ψωμί τους με τον καλύτερο τρόπο που μπορούν και εμείς είμαστε ένας από αυτούς τους τρόπους. Μάλιστα οι περισσότεροι δεν δουλεύουν καθημερινά με εμάς. Κάποιοι μπαίνουν στην εφαρμογή λίγες μέρες την εβδομάδα, κάποιοι κάθε μέρα, κάποιοι εξαφανίζονται το καλοκαίρι και δουλεύουν με τουρίστες και εμφανίζονται ξανά τον χειμώνα, έχουμε ένα πάρα πολύ ευέλικτο μοντέλο στο οποίο δεν κολλάει η έννοια της σύμβασης».

O Νίκος Δρανδάκης.

Ούτε ο κ. Γκαρίπης βλέπει θετικά την προοπτική μιας σύμβασης. «Κάτι τέτοιο θα αλλάξει εντελώς τον τρόπο που συνεργάζομαι με το Beat. Αυτή τη στιγμή, το μόνο που κάνει είναι να μας φέρνει σε επαφή με τους πελάτες. Δεν έχω δέσμευση κατά τα άλλα, είμαι τελείως ελεύθερος, όποτε θέλω δουλεύω όποτε θέλω δεν δουλεύω, κι αυτό το εκτιμώ γιατί δεν είμαι υποχρεωμένος να πληρώσω ένα συγκεκριμένο ποσό κάθε μήνα στην εταιρεία, όπως ακούω ότι κάνουν συνάδελφοι στα ραδιοταξί, όπου για παράδειγμα μπορεί να πληρώσεις 150 ευρώ για ένα μήνα και να πάρεις 10 διαδρομές όλες κι όλες. Με το Beat είσαι ελεύθερος να διαλέξεις αν θα πάρεις την κούρσα ή όχι, και πληρώνεις ανάλογα με τη δουλειά».

Το μοντέλο της τριετούς σύμβασης δεν θα λειτουργούσε για έναν ακόμα βασικό λόγο, σύμφωνα με τον κ. Δρανδάκη. Η εταιρεία θα ήταν αδύνατον να επιλέξει η ίδια τους οδηγούς το ίδιο αποτελεσματικά όσο το κάνει ο πελάτης, μέσω της εφαρμογής. «Γιατί εμείς δεν έχουμε ιδέα τι είδους υπηρεσίες παρέχει ο οδηγός εκεί στον δρόμο. Εμείς όταν κάποιος γράφεται, το μόνο που του ζητάμε είναι τα χαρτιά που αποδεικνύουν ότι είναι νόμιμος οδηγός, και ότι το αυτοκίνητό του είναι νόμιμο. Δεν ζητάμε κάτι άλλο. Δεν μπορούμε να τους περάσουμε από τεστ προσωπικότητας –παρόλο που δεν ξέρουμε κι αυτά αν είναι αξιόπιστα. O πελάτης είναι αυτός που θα μας πει ότι αυτός ο οδηγός είναι καλός, παρέχει καλές υπηρεσίες, δεν υπάρχει κανένας άλλος».

To inside story επικοινώνησε με το Συνδικάτο Αυτοκινητιστών Ταξί Αττικής (ΣΑΤΑΗ ιστοσελίδα) για να μάθει τη γνώμη του επίσημου οργάνου των οδηγών για το επικείμενο νομοσχέδιο, αλλά δεν έλαβε απάντηση.

Οι πελάτες και η σύγκριση με το παρελθόν

Οι πελάτες του κ. Γκαρίπη είναι συνήθως νέοι. «Το 50% είναι από 20 μέχρι 30 χρονών. Αλλά βλέπεις όλες τις ηλικίες. Είχα πάρει μια φορά μία κυρία 80 χρονών, που μου είπε ότι αγόρασε smartphone και έμαθε να το χρησιμοποιεί μόνο και μόνο για να έχει το Beat. Της είχαν τύχει διάφορα στον δρόμο, οπότε ήθελε να είναι σίγουρη. Είχε αποθηκεύσει και τους αγαπημένους οδηγούς της και ήταν πολύ ευχαριστημένη!».

Το Beat κέρδισε την κ. Τσάκου από την πρώτη φορά που το χρησιμοποίησε: «Η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι είναι κάτι μαγικό. Πραγματικά, το να έρχεται το ταξί όταν το θέλεις, όπου το θέλεις και το κυριότερο να ξέρεις ποιο είναι το όνομα του οδηγού, αν ξεχάσεις κάτι μέσα να μπορείς να το βρεις, να νιώθεις και την ασφάλεια ότι επειδή ξέρουμε το όνομά του και πού να αναφερθούμε αν κάτι δεν πάει καλά στην κούρσα, εννοώ στον τρόπο που θα μας μιλήσει και θα μας συμπεριφερθεί, ότι θα έχουμε πού να κάνουμε το παράπονό μας, ήταν κάτι μαγικό».


Η Μαρία Τσάκου.

Η κ. Τσάκου έχει ακόμα την ανάμνηση παλιότερων εποχών, όταν η σεξουαλική παρενόχληση μέσα στα ταξί έδινε κι έπαιρνε. «Δεν μπορείς να φανταστείς τι ακούγαμε σαν παιδάκια μπαίνοντας στο ταξί σαν κοπελίτσες, σαν 13χρονα, 15χρονα. Βέβαια τα χοντρά είχαν ήδη σταματήσει πολύ πριν την εμφάνιση του Beat, αλλά αυτά σου μένουνε βέβαια σαν φοβία για τον εκάστοτε ταξιτζή, δεν λέγαμε παλιά στους φίλους μας άμα φεύγανε αργά από το σπίτι “πάρε με να ξέρω ότι έφτασες καλά”; Γιατί το λέγαμε, ποιος θα μας έβλαπτε; Ήταν μία επαγγελματική ομάδα που είχε αποκτήσει πολύ κακό όνομα, αλλά το taxibeat το έφτιαξε αυτό το όνομα», λέει.

Όσο προχωρά η κουβέντα, θυμάται κι άλλα: «Όταν ευημερούσε η Ελλάδα, προ κρίσης, για να βρεις ταξί έπρεπε να πιάσεις κουμπαριά, να τον καλοπιάσεις, για να σε πάει έστω και κοντά στον προορισμό σου, για να μην πάρει άλλους δέκα μέσα. Νομίζω ότι τα έχουμε ξεχάσει αυτά, γιατί πραγματικά έφτιαξε φοβερά την αγορά το taxibeat. Επίσης μην αψηφούμε και τον παράγοντα αποδείξεις, που στον δρόμο δεν κόβονται ποτέ, ή μόνο αν φοβηθούν ότι είσαι εφοριακός υπάλληλος. Αν σε δουν χαζοχαρούμενη, ότι χαμογελάς, δεν σου κόβουνε ποτέ».

«Δεν επιτρέπεται ό,τι απαγορεύει ο νόμος, είναι πολύ απλό», λέει ο κ. Δρανδάκης για τους όρους που βάζει το Beat στους οδηγούς. «Ο νόμος απαγορεύει τη διπλοκούρσα, το να καπνίζεις μέσα στο αυτοκίνητο, το να μην κόβεις απόδειξη, το να μιλάς στο τηλέφωνο ενώ οδηγείς. Από εκείνο το σημείο και μετά, αν για παράδειγμα ο οδηγός είναι αγενής, ή κάνει παρενόχληση σε γυναίκες με συστηματικό τρόπο, κι αυτό απαγορεύεται. Οτιδήποτε δεν είναι ποινικά αποδεκτό και κοινωνικά αποδεκτό απαγορεύεται», συμπληρώνει.


Ταξί σαν αυτό, με σπασμένο προφυλακτήρα, δεν θα γίνονταν δεκτά στο Beat.
Πολλοί από τους πελάτες του Beat χρησιμοποιούσαν παλιότερα ραδιοταξί· είχαν όμως παράπονα. «Έχω ακούσει πολλές ιστορίες», λέει ο κ. Γκαρίπης. «Βασικά δεν υπήρχε η φροντίδα του πελάτη στον ίδιο βαθμό. Μια φορά μου κάποιος μου διηγήθηκε πως επειδή δεν ήθελε έναν συγκεκριμένο οδηγό, γιατί δεν του είχε φερθεί σωστά, πήρε αρκετές φορές τηλέφωνο και ζήτησε να μην τον ξαναστείλουν. Παρόλα αυτά, του έστελναν συνέχεια τον ίδιο. Αυτή την ιστορία την έχω ακούσει περισσότερες από μία φορές. Και το άλλο που μου λένε είναι ότι υπήρχε καθυστέρηση, σου έλεγαν ότι ο οδηγός θα είναι εκεί σε 10 λεπτά και ερχόταν σε μισή ώρα».

«Δεν είχε καμία διαφορά από τον δρόμο το ραδιοταξί», λέει η κ. Τσάκου. «Κακά τα ψέματα, μέχρι και η τηλεφωνήτρια ήταν αγενής, ξεκινούσε από κει, δεν μπορούσες να βγάλεις άκρη με την τηλεφωνήτρια! Στο Ταξί Κόσμος, στο τάδε το δείνα, ήταν πάντα χαμηλότερο το επίπεδο. Μια ήταν η δυνατή μουσική, μια ήταν το τσιγάρο... Δεν υπάρχει περίπτωση να καπνίσει ταξιμπητάς, αν κάπνιζε ταξιμπητάς εγώ θα αγόραζα λαχείο! Και αν τους πάρουν τηλέφωνο το κλείνουν, λένε “θα σε πάρουμε σε λίγο” και το κλείνουν».

Η κ. Τσάκου βαθμολογεί συνήθως με 5 τους οδηγούς, εκτός αν την ενοχλήσει κάτι συγκεκριμένο, οπότε «κόβει» ένα αστέρι. «Δεν βάζεις εύκολα μικρό βαθμό. Δεν έχω παρατηρήσει μεγάλες διαφορές, εντάξει υπάρχουν άλλοι που είναι σούπερ, είναι για σωφέρ λιμουζίνας, και άλλοι που είναι καλά συμπεριφερόμενοι οδηγοί ταξί. Οι σούπερ είναι πιο νέα παιδιά, το βλέπεις ότι είναι με τα αγγλικά τους, θα σου προσφέρουν πολλές φορές νερό ή καραμέλες, είναι διαφορετικοί. Οι άλλοι είναι απλώς άνθρωποι που θα σε πάνε στον προορισμό σου, που ακούγεται στοιχειώδες αλλά δεν είναι».


Δεν είναι όμως μόνο το επίπεδο των οδηγών που είναι διαφορετικό, αλλά και των ίδιων των πελατών. «Δεν μου έχει τύχει μέχρι στιγμή μεθυσμένος, ή κάποιος που θα προσπαθήσει να με κλέψει, πράγματα που συμβαίνουν σχεδόν καθημερινά όταν είσαι στο δρόμο, μην πούμε για τη βρωμιά, γενικά στον δρόμο μπαίνει η σάρα και η μάρα. Οι πελάτες του Beat είναι ας πούμε πιο σωστοί, γενικά», λέει ο κ. Γκαρίπης, που από τη στιγμή που μπήκε στην εφαρμογή αύξησε σημαντικά τα έσοδά του και σήμερα περίπου οι μισές του διαδρομές είναι μέσω του Beat.

«Το καινούριο θα νικήσει»
Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε ο κ. Δρανδάκης τα λόγια του ήταν μετρημένα. Δεν φαίνεται σαν άνθρωπος που του αρέσει να λέει πολλά· πόσο μάλλον τώρα, που βρίσκεται υπό επίθεση. Δίνει την εντύπωση ότι συναισθάνεται τη βαρύτητα κάθε κουβέντας που βγαίνει από το στόμα του, γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον του στον πόλεμο που έχει ανοίξει –άθελά του– με την άλλη πλευρά.

«Περιμένατε τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων;» τον ρωτάμε. «Όχι», απαντά. «Πώς αισθάνεστε γι' αυτό;». «Τέλεια! Τι να πω, ξαφνιασμένος, πώς να αισθανθώ, ανασκουμπωμένος και αντιστέκομαι», προσθέτει σκεπτικός.

Το Beat συγκεντρώνει υπογραφές στο Change.ogr για την κατάργηση των διατάξεων του νέου νόμου για τις αστικές μεταφορές που αφορούν στην Beat.
«Περιμένατε να σας στηρίξει με τέτοιο τρόπο ο κόσμος;», ρωτάμε. «Η αλήθεια είναι ότι περίμενα να αντιδράσει αρκετά ο κόσμος, αλλά όχι τόσο πολύ όσο συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Φαντάζομαι ότι τα τελευταία 5-6 χρόνια το taxibeat είναι από τα λίγα παραδείγματα που λένε στον κόσμο –μέσα σε μία φάση μιζέριας και αίσθησης αποτυχίας συνολικής σαν έθνος– ότι θα μπορούσαμε και να πετύχουμε συνολικά, αν αρχίσουμε να κάνουμε τα πράγματα λίγο καλύτερα. Αυτό υπάρχει υποσυνείδητα σε πάρα πολύ κόσμο και το ενδεχόμενο να προσπαθήσει κάποιος να το σκοτώσει φυσικά προκαλεί αντιδράσεις, γιατί κανείς δεν θέλει να του σκοτώνουν την ελπίδα, ότι μπορεί το αύριό του να είναι καλύτερο».

Η κ. Τσάκου επιβεβαιώνει τα λόγια του ιδρυτή της Beat: «Είναι από τα πράγματα για τα οποία είμαι πολύ περήφανη για την Ελλάδα. Γιατί έρχονται οι συνάδελφοί μας από την Αγγλία και την Ιταλία και μας λένε ότι στην Αθήνα χαιρόμαστε να μπαίνουμε σε ταξί, γιατί βρίσκουμε εύκολα, είναι φθηνά, είναι ευγενικοί, μας μιλάνε αγγλικά. Το ταξί σας έχει γίνει το αγαπημένο μας σπορ, λένε, επιτέλους μία πόλη που μπορούμε να κυκλοφορήσουμε άνετα ως ξένοι».

«Τι ενόχλησε πιστεύετε περισσότερο στο Beat;», ρωτάμε τον κ. Δρανδάκη. «Είναι μια κλασική μάχη του παλιού με το καινούριο, που φτάνει στην κορύφωσή της αυτή τη στιγμή», απαντά με σιγουριά. «Είναι ξεκάθαρο και έχει πάρα πολλούς συμβολισμούς. Πολλές φορές δημιουργούνται υπόγειες δυνάμεις και ρεύματα σε μία κοινωνία, τα οποία είναι πάρα πολύ δύσκολο να εκφραστούν. Και κάποια στιγμή ένα φαινομενικά όχι πολύ μεγάλο και σημαντικό γεγονός –γιατί η ιστορία τώρα των ταξί δεν είναι τόσο μεγάλη όσο για παράδειγμα η τεράστια επένδυση του Ελληνικού– δείχνει ποιες είναι οι αντίρροπες δυνάμεις για να πάμε μπροστά ή να πάμε πίσω, και μπορεί να δημιουργήσει την έκρηξη εκείνων των δυνάμεων που επιθυμούν την κίνηση προς τα μπρος».

«Το Beat δεν είναι θέμα του Beat», συμπληρώνει η κ. Τσάκου. «Είναι θέμα του συμβολισμού του, ότι καταφέραμε να κάνουμε κάτι στην Ελλάδα καινοτόμο, που συμβάδιζε με την εποχή –αν όχι προηγείτο της εποχής– και ξαφνικά υπάρχει ο συμβολισμός ότι “όχι, ό,τι πει ο συνδικαλισμός”, που προκρίνεται ως προτεραιότητα από τον καταναλωτή, όπως πάντα στην Ελλάδα. Σε αυτόν τον συμβολισμό θέλουμε να αντισταθούμε».

«Ποιος θα νικήσει σε αυτή τη μάχη;», ρωτάμε τον κ. Δρανδάκη λίγο πριν κλείσουμε τη συζήτηση. «Αναπόφευκτα το νέο. Το νέο πάντα νικάει το παλιό, απλά το ερώτημα είναι ο χρόνος του».



Πηγή: insidestory.gr

 

 

Επιστροφή