Τα έφερε έτσι η ζωή ώστε να είμαι μπροστά σε μια στιγμή που έμελλε να είναι καθοριστική για την ιστορία της Αριστεράς στην πατρίδα μας.
Θα έπρεπε να ήταν Σεπτέμβριος του 2005, όταν στους διαδρόμους του πρώτου ορόφου της ΕΡΤ, όπου εργαζόμουν τότε, μεταξύ του μακιγιάζ και του κυλικείου «έπεσα» ένα πρωί πάνω στον τότε πρόεδρο του Συνασπισμού Αλέκο Αλαβάνο. Εκανε ακόμη ζέστη, γαϊδουροκαλόκαιρο, όπως το αποκαλούσε ο πατέρας μου, και ο Αλαβάνος με το πουκάμισο «χυμένο» έξω από το παντελόνι και το κουμπί ανοιχτό στο δασύτριχο στέρνο μιλούσε συνωμοτικά σε εύχαρι διάθεση στο κινητό και έλεγε σε κάποιον άγνωστο συνομιλητή του το εξής: «Τους την έσκασα! Περιμένουν ότι θα ανακοινώσω υποψήφιο δήμαρχο τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, αλλά εγώ θα ανακοινώσω την υποψηφιότητα ενός άγνωστου νεαρού από τη Νεολαία, του Αλέξη Τσίπρα!».
Πρέπει να είχε βγει μόλις από την εκπομπή που είχε τότε στην ΕΡΤ ο αείμνηστος Βασίλης Λυριτζής μαζί με έναν άλλο κύριο. Τα μάτια του Αλαβάνου πίσω από τα στρογγυλά γυαλιά πετούσαν «φωτιές». Ως πρόεδρος του Συνασπισμού ανακοίνωσε τότε την υποψηφιότητα Τσίπρα για τον Δήμο Αθηναίων έναν ολόκληρο χρόνο πριν από τις δημοτικές εκλογές του 2006, προκειμένου να αιφνιδιάσει την ανανεωτική πτέρυγα του τέως ΚΚΕ εσωτερικού, που μια ζωή εθεωρείτο συστημική - κατά περιόδους, και «δεκανίκι» γνωστών δυνάμεων. Προκειμένου, δε, να έχει ο άγνωστος νεαρός άπειρο χρόνο ώστε να γίνει γνωστός στο αστικό εκλογικό σώμα της απαιτητικής συντηρητικής πρωτεύουσας.
Και έγινε. Στην πρώτη του εμφάνιση σε εκλογική διαδικασία ως επικεφαλής της «Ανοικτής Πόλης» ο Τσίπρας έλαβε διψήφιο ποσοστό ως υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, άφησε πίσω του το ιστορικό στέλεχος του ΚΚΕ Σπύρο Χαλβατζή και... άνοιξε την όρεξη στον Αλαβάνο -ασχέτως αν θα το μετάνιωνε αργότερα- να τον προαγάγει στη θέση του προέδρου του ΣΥΝ. Αυτό συνέβη τον Δεκέμβριο του 2007, μετά την επιτυχή -για τα μέτρα της τότε Αριστεράς- πρώτη εμφάνιση του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2007 (5%).
Συναντούσα τον Αλαβάνο αρκετά συχνά εκείνη την εποχή, είτε στα γραφεία του στην πλατεία Συντάγματος, όπου διάβαζε τους «New York Times», είτε στον ραδιοφωνικό σταθμό Κόκκινο, στου Ψυρρή, όπου με καλούσε για δημόσιες ανοιχτές συζητήσεις, και γνώριζα ότι το όραμά του ήταν ένας ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ, που θα πίεζε -αν δεν εκτόπιζε- το ΠΑΣΟΚ. Δεν είμαι, όμως, σίγουρος ότι τον γοήτευε η προοπτική της εξουσίας.
Δώδεκα κάλπεςΟ Τσίπρας κατάφερε να ηγηθεί του ΣΥΡΙΖΑ, αντί του Αλαβάνου, στις ευρωεκλογές του 2009, έπειτα από εσωκομματικό πραξικόπημα του προστατευτικού Αλέκου Φλαμπουράρη και έκτοτε ηγήθηκε του κόμματος σε 12 συνολικά αναμετρήσεις. Τρεις εκ των οποίων ήταν νικηφόρες: Ευρωκλογές 2014, εθνικές εκλογές 2015 Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου. Υπήρξε, μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο μακροβιότερος ηγέτης κόμματος στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Αν και μεγάλωσε μέσα στα γραφεία του Συνασπισμού στην Κουμουνδούρου, δεν ήταν ο κλασικός αριστερός των κομματικών γραφείων.
Οταν μιλούσε στο κοινό, παρατήρησα ότι απευθυνόταν πάντοτε σε δύο ακροατήρια: Στο δικό του και σε αυτούς που διαφωνούν μαζί του. Το αντίθετο από τους συντρόφους του, που τους άρεσε να ακούνε τον εαυτό τους και να επαναλαμβάνουν το -συνήθως ξένο προς τα ήθη της ελληνικής κοινωνίας- δόγμα τους.
Θυμάμαι πως όταν, στο πλαίσιο τηλεοπτικής συνέντευξης που του πήρα στο λιμάνι της Αίγινας, μπροστά στο εκκλησάκι του Αγίου Νικόλα, του ζήτησα να ανάψουμε ένα κερί, μου απάντησε ευθαρσώς ότι είναι άθεος αλλά και να θρησκευόταν «δεν θα το έκανε ποτέ μπροστά στην κάμερα». Η μητέρα του, η κυρία Αρίστη, μέλος της εκκλησιαστικής οργάνωσης «Ζωή», συνηθίζει να λέει ότι «τον έστειλα στο Κατηχητικό, πήγε δύο τρεις φορές, αλλά μετά το παράτησε και πήγαινε στους κομμουνιστές!».
Και χθες το έκανε, μίλησε ταυτόχρονα σε δύο κοινά, «σε αυτούς που θα χαρούν για την απόφαση που πήρα και σε αυτούς που θα λυπηθούν». Αν στα χρόνια που ακολούθησαν ο Τσίπρας για τον εαυτό του πέρασε το ποτάμι της Ιστορίας και έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της Αριστεράς στη χώρα, για τους άλλους ο απολογισμός αυτού του κύκλου δεν είναι καλός. Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάστηκε να «ανέβει» και να «κατέβει» την καμπύλη της εξουσίας 10 ολόκληρα χρόνια. Οσο και μικρά κόμματα -«αμορτισέρ» του συστήματος- που, αφού εξάντλησαν τη χρησιμότητά τους, εφθάρησαν και διαλύθηκαν.
ΑιτίεςΠοιες είναι οι αιτίες; Ο Τσίπρας σταμάτησε να εξελίσσεται μετά την ήττα του, το 2019, σε αντίθεση με τον Μητσοτάκη, ο οποίος δεν σταματά να διαβάζει, να παρακολουθεί τις διεθνείς και τις εσωτερικές τάσεις, και να μελετά. Αυτό είχε αποτέλεσμα να χάσει την επαφή με την εποχή και να μην πιστεύει ούτε τα ευρήματα των δικών του δημοσκόπων. «Αποκλείεται να είναι έτσι!» τους έλεγε μέχρι προσφάτως. Ο Τσίπρας, εκ φύσεως ευγενής άνθρωπος, δεν θέλησε να γίνει ποτέ κακός για να γίνει αρχηγός. Τον διέκρινε μια ατολμία σε αυτό.
Καλοκαίρι του 2020 μιλήσαμε με τον Αλέξη για το ενδεχόμενο διεξαγωγής πρόωρων εκλογών, καθώς στενοί συνεργάτες -με αφορμή μετρήσεις που έδειχναν τη διαφορά στις… 20 μονάδες- πίεζαν τον πρωθυπουργό να τις προκηρύξει εκτάκτως (απεδείχθη ότι ο Κυριάκος ήξερε καλύτερα). Στο τέλος της συνομιλίας τον ρώτησα γιατί δεν διέγραφε κάποιον συριζαίο βουλευτή, που εκείνες τις μέρες τού έκανε μεγάλο πολιτικό πρόβλημα με τις διαφοροποιήσεις του. Η απάντησή του με άφησε έκπληκτο: «Εμάς λέτε σταλινικούς, αλλά εσείς, οι δεξιοί, είστε!».
Αν και έξυπνος, θεωρώ ότι υποτίμησε το γεγονός ότι ηγείτο ενός διαβρωμένου από ποικιλώνυμα κέντρα κόμματος. Και το βρήκε μπροστά του σε αυτές τις εκλογές. Οι sleepers, που ποτέ δεν τον αποδέχτηκαν ως αρχηγό, τον υπονόμευσαν ανελέητα. Ολα αυτά σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ηγήθηκε κόμματος χωρίς οργανωμένη πυραμίδα, χωρίς νέα πρόσωπα, χωρίς τη στοιχειώδη ανάγνωση της νέας κοινωνίας.
Ιστορικός απολογισμόςΟ προσωρινός ιστορικός απολογισμός του μπορεί να είναι ο εξής: Οσον αφορά την κοινωνία, ο βαθμός της αποδοκιμασίας της στο πρόσωπό του στις τελευταίες εκλογές έχει ως πηγή, εκτός από έσωθεν και έξωθεν «τρικλοποδιές», την απογοήτευσή της για την άνευ αντικρίσματος σαρωτική εμπιστοσύνη που αυτή τού επέδειξε το 2015. Οι Ελληνες τού έδωσαν 62% στο δημοψήφισμα, δείχνοντας ότι ήταν έτοιμοι να πέσουν και στον γκρεμό μαζί του. Και αν διέσωσε το όποιο πολιτικό κεφάλαιο, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει καμία υπόνοια διαφθοράς για το πρόσωπό του.
Οσον αφορά τον ξένο παράγοντα, ο απολογισμός του είναι καλύτερος. Ομπάμα και Μπλίνκεν τον συνάντησαν προσφάτως. Εκλεισε για χάρη τους την επιβλαβή για το έθνος -όπως άρχισε να αποδεικνύεται τώρα, με την αναγνώριση της μακεδονικής γλώσσας- Συμφωνία των Πρεσπών. «Καθάρισε» δύο από τους τρεις ολιγάρχες που του ζήτησαν οι δανειστές, έναν εκδότη και έναν τραπεζίτη. Προετοίμασε προθύμως τη συμφωνία για τις βάσεις.
Οσον αφορά, τέλος, το πολιτικό μας σύστημα και την πατρίδα, η προσφορά του Τσίπρα -παρά τις αυταπάτες του και τις λαχτάρες που δοκιμάσαμε εξαιτίας του το θέρος του 2015- υπήρξε ευεργετική. Οσο δεν κυβερνούσε η Αριστερά, ο μύθος της ότι η χώρα μπορεί να κυβερνηθεί εκτός των συμμαχιών της «και αλλιώς» θριάμβευε. Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που προσγείωσε ανώμαλα πολλά στελέχη του στην πραγματικότητα, απέδειξε ότι «δεν γίνεται αλλιώς». Οτι δεν είναι εφικτή «μια άλλη πολιτική», που έλεγε κάποτε και η Μαρία Δαμανάκη.
Ολο το μεταπολιτευτικό αφήγημα της Αριστεράς, ότι η χώρα μπορεί να ζήσει εκτός Ε.Ε., εκτός ΝΑΤΟ, εκτός ευρώ, στη δραχμή, κατέρρευσε μέσα σε ένα οκτάμηνο. Και γι’ αυτό είμαστε ευγνώμονες για την πορεία του Τσίπρα από τον μαξιμαλισμό της ουτοπίας προς τον ρεαλισμό.
Η παραίτησή του, ωστόσο, κλυδωνίζει περαιτέρω την εύθραυστη ισορροπία στο εσωτερικό των θεσμών και του Κοινοβουλίου. Η Ν.Δ., αντί να επιδιώξει την επικράτησή της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του δικομματισμού και την ενσωμάτωσή του στην αρχιτεκτονική του συστήματος, επέλεξε να τον κατανικήσει, να τον μισήσει, να τον απαξιώσει, να τον σπρώξει στο περιθώριο και να τον διαλύσει. Δαίμονας ξε-δαίμονας, εχθρός ξε-εχθρός, ο Τσίπρας κρατούσε την αντιπαράθεση σε προβλέψιμα επίπεδα, μακριά από το «πεζοδρόμιο».
Τώρα, με την παραίτησή του και την ανάρρηση στην ηγεσία του κόμματος αρχηγού που θα τον οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα σε περαιτέρω συρρίκνωση, το μεν σύστημα χάνει μια προβλέψιμη σταθερά, το δε πολιτικό σκηνικό καθίσταται περισσότερο απρόβλεπτο και επισφαλές.
Στις εκλογές του Ιουνίου απελευθερώθηκαν δυνάμεις από τη Δεξιά ίσες με το 15% του εκλογικού σώματος. Τώρα θα απελευθερωθούν ασύμμετρες δυνάμεις από την Αριστερά, προς άγνωστο προορισμό. Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι έτοιμο, είναι απαράσκευο να τις αποδεχτεί.
Για όσους πάντως δεν το πρόσεξαν, ο Τσίπρας δεν είπε χθες «παραιτούμαι», αλλά «παραμερίζω». Για να απολαύσει το θέαμα «ΣΥΡΙΖΑ χωρίς Τσίπρα, σκορδαλιά χωρίς σκόρδο».