Αφιέρωμα στην παλιά γειτονιά και στη μνήμη εκείνων που έφυγαν
Γράφει ο πρώην βαρουσιώτης και νυν επαναπατριζόμενος Βάιος Φασούλας
Πάρα πολύ ενδιαφέρον το παλιό τρικαλινό φωτογραφικό και όχι μόνο υλικό με παραστάσεις εκδρομικού χαρακτήρα των τρικαλινών της προ και μετεμφυλιακής εποχής και άλλες, όπως βλέπουμε στον τοπικό ιστότοπο fatsimare.gr: http://www.fatsimare.gr/retro-photo-istories
Τα λεωφορεία της δεκαετίας του 1936 έφτασαν μέχρι προς το τέλος της δεκαετίας του 1960. Εκδρομείς, στο βαθμό που μπορώ να θυμάμαι, από τους πρώτους τρικαλινούς…, πόλη, γενέτειρα του Ασκληπιού, η οποία την εποχή των προαναφερόμενων δεκαετιών δεν ξεπερνούσε τις 25 χιλιάδες…, ήταν η γειτονιά του Βαρουσίου και συγκεκριμένα της Αγίας Μαρίνας, (κάτω από το φρούριο) στην οποία, οι παροικούντες σε χαμόσπιτα, φτωχοί και άνεργοι είχαν αφήσει τη σφραγίδα της σε πολλά πράγματα, ζηλευτά για τους «μπαλαμούς» (πλούσιους) τους οποίους, οι «μπαλαμοί» τους χαρακτήριζαν γύφτους?
Δεν είναι της στιγμής να αναφερθώ στα πως και στα γιατί σε μια κοινωνία (την τρικαλινή) που διατηρούσε πολλά ρατσιστικά αποθέματα και εξακολουθεί να διατηρεί μέχρι σήμερα μαζί και πολύ θεαθήναι. Γι’ αυτή τη γειτονιά υπάρχουν αναφορές σε βιβλίο μου.
Αναφέρω μόνο ότι στις δεκαετίες του 1950-60 κυκλοφορούσαν, δυο τρία φορτηγά αυτοκίνητα τα οποία ονόμαζαν «καρνάβαλο» και με αυτά στοιβαγμένοι σαν ζώα στις καρότσες τους, κάνανε τα καλοκαίρια και τις εκδρομές τους στη θάλασσα, Πλαταμώνα, Στόμιο, Καλά νερά και βεβαίως στα χωριά του ορεινού όγκου της Πίνδου, ιδιαίτερα τις καλοκαιρινές περιόδους.
Παρεμπιπτόντως μεταφέρω ένα απόσπασμα από αυτή τη γειτονιά, τους «καρνάβαλους» και τους ανθρώπους της.
«Με κόπο σκαρφάλωνε ο καρνάβαλος, τρίτος στην υπηρεσία της μικρής πόλις στους ψηλούς και στριφτούς, πότε σαν κουλούρια και μισοφέγγαρα και πότε σαν τσιγκέλινα μουστάκια που ενώ άρχιζαν αναδρομικά να πλαταίνουν, στην σύντομη πορεία λίγων μέτρων στενεύουν. Εκεί αναγκάζουν τον καρνάβαλο να σκαρφαλώνει στη μια του πλευρά σαν αγριόγιδα ή σαν ακροβάτης που γέρνει. Γέρνει για να γλυτώσει την τελευταία στιγμή το πέσιμο. Και να κάθεται και ο καρνάβαλος με πάταγο στις άλλες του δυο ρόδες που τριγύριζαν σαν ανεμόμυλου προπέλες.
Χλαλοή γίνεται μεγάλη στην καρότσα του, στη στοιβαγμένη με κόσμο και πράματα, με φωνές παιδικές που χαίρονται πραγματικά αυτό το ταξίδι, το πρώτο άλλωστε στη ζωή τους. Τα μόνιμα τραμπαλίσματα κάνουν μερικούς να ξερνάνε σαν γατιά, γιατί ο ποντικός που χάψανε ήταν μέρες ψόφιος, και η «μαρίδα» να γιουχάρει από πάνω.
Χαλασμός σαν πανηγύρι και να, ένα μικρό ρεματάκι κατάφατσα μπροστά τους να απλώνει μεγαλοπρεπώς τα κάτασπρα νερά του, αυτά που αποσπάστηκαν απ’ τον κύριο κορμό τους. Πάνω ακόμα πιο ψηλά, τα χιόνια έλιωναν μέχρι το καλοκαίρι για να περάσουν σε λίγο σε μια περίοδο νεκρή, ωρών ή ημερών και να έρθουνε πάλι τα φρέσκα. Απολαμβάνουν λοιπόν τα παιδιά μια περιπέτεια που τώρα ζουν, ανυποψίαστα για τους μεγάλους κινδύνους που υπάρχουν. Και ο οδηγός έχοντας στο μικρό του κουβούκλιο, το Χρήστο και το Θάνο που θα πετούσε και κάνα τραγουδάκι, σκυλοβρίζει βουνά, δρόμους, εποχές και πιότερο τις βροχές και τα χιόνια που κατόργωσαν το δρομάκι…»
Ε.Ε. Ελλάδα, Τρίκαλα, Αύγουστος 17 2016 pelasgos@fasoulas.de www.fasoulas.de